Βιβλιοθήκη > Άρθρα > Ελληνικά
Share |

Προβλήματα συμπεριφοράς στην σχολική ηλικία του Κώστα Χρηστάκη

Τι είναι συμπεριφορά; Τι είναι προβληματική συμπεριφορά; Ποιές είναι οι τάσεις και οι προοπτικές, στο σχολικό περιβάλλον....

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ (Μέρος 1ο )

Του Κώστα Χρηστάκη

- Ο Γιάννης, ένα αγόρι 9 ετών, την ώρα του μαθήματος σηκώνεται συνέχεια από τη θέση του χωρίς άδεια, μιλάει στα άλλα παιδιά και δημιουργεί πρόβλημα στην τάξη. Στο διάλειμμα δέρνει τα άλλα παιδιά. Στο σπίτι αυθαδιάζει, αντιμιλά στους γονείς του και αρνείται να κάνει τις σχολικές του εργασίες. Η συμπεριφορά του Γιάννη είναι παρατηρήσιμη, μπορεί να περιγραφεί. Δεν είναι σύμφωνη με τα κοινωνικά αυτονόητα, που θέλουν τον Γιάννη να είναι ήσυχος στην τάξη, να ζητά άδεια για να σηκωθεί από τη θέση του, να παίζει στα διαλείμματα με τα άλλα παιδιά χωρίς να τα δέρνει, και να σέβεται τους γονείς του.
- Η Μαρία, ένα κορίτσι 13 ετών, όταν είναι στο σχολείο παρακολουθεί με προσοχή το μάθη-μα, ζητά άδεια για να σηκωθεί από τη θέση της, μιλάει με ευγένεια σε όλους, παίζει στα διαλείμματα με τα άλλα παιδιά τηρώντας τους κανόνες των παιγνιδιών. Όταν επιστρέφει στο σπίτι, πλένεται, τρώει το φαγητό της και αφού ξεκουραστεί λίγο, κάνει πρόθυμα τις σχολικές της εργασίες. Στους γονείς της μιλάει πάντα με ευγένεια και σεβασμό. Η συμπεριφορά της Μαρίας είναι παρατη-ρήσιμη και μπορεί να περιγραφεί. Είναι σύμφωνη με τα κοινωνικά αυτονόητα. Τη συμπεριφορά της Μαρίας θα ήθελαν όλοι οι γονείς να ακολουθούν τα παιδιά τους.

1. Εισαγωγή

Τα προβλήματα συμπεριφοράς υπήρχαν, υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν όσο θα υπάρχει και ο άνθρωπος με τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες και ανάγκες του. Το είδος των προβλη-μάτων και ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνονται διαφέρουν από εποχή σε εποχή και από ηλικία σε ηλικία.
Όπως είναι γνωστό, η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως εποχή της πληροφορίας και της γνώσης. Ταυτόχρονα όμως είναι και εποχή της καταπίεσης και του άγχους.
Η αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας συνέβαλε στην αύξηση των πόρων του σύγχρονου ανθρώπου και παράλληλα στην αύξηση των αναγκών του ίδιου και της ζωής. Το φαινόμενο αυτό, σε συνδυασμό με τη διαφήμιση και την προπαγάνδα, οδήγησε τον άνθρωπο στον καταναλωτισμό και αυτός με τη σειρά του σε μια πορεία επίπονης και διαρκούς προσπάθειας και ανταγωνισμού, σε προσωπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Συνέπεια του φαινομένου αυτού είναι η δημιουργία κλίματος ανησυχίας, ανασφάλειας, κόπωσης, άγχους και αποπροσανατολισμού από τις πάγιες αξίες της ζωής. Μερικές από τις πιο σημαντικές αρνητικές συνέπειες των εξελίξεων αυτών είναι η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, για όλες τις ηλικίες, η κόπωση, η απογοήτευση, η αποστασιοποίηση του ανθρώπου από τον άνθρωπο και η προσφυγή, των νέων κυρίως, στις εύκολες λύσεις, όπως είναι τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, η ανήθικη συναλλαγή κτλ.
Τις συνέπειες των συνθηκών αυτών υφίστανται και τα παιδιά από τη μικρή ηλικία με διά-φορους τρόπους:
Η πρόγνωση για το μέλλον του 'ηθικού' -με την ευρεία έννοια του όρου- ανθρώπου και της κοινωνίας, από την άποψη αυτή, δεν μπορεί να είναι ευοίωνη. Οι εξελίξεις που σημειώνονται, με σημείο αναφοράς την παγκοσμιοποίηση, μάλλον περιπλέκουν παρά διορθώνουν τα πράγματα. Έτσι εξηγείται η αυξητική τάση που παρατηρείται σήμερα στα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών στο σχολείο και στο σπίτι, σ' ό,τι αφορά τη συχνότητα την ποικιλία και την ένταση με την οποία εκδηλώνονται. Συνέχεια εμφανίζονται νέα προβλήματα ή διογκώνονται και γίνονται συχνότερα αυτά που υπάρχουν. Και, δυστυχώς, εφόσον η στάση του ανθρώπου απέναντι στον άνθρωπο και στη ζωή δεν αλλάζει, πρέπει να αναμένεται περαιτέρω διόγκωση και όχι μείωση των προβλημάτων (Χρηστάκης, 2001: 17).
Η διαπίστωση αυτή που δεν αμφισβητείται σήμερα από κανένα, επιβάλλει εντονότερο προ-βληματισμό και επαγρύπνηση του σχολείου και των γονέων, με στόχο την πρόληψη και την αντιμετώπισή των προβλημάτων στον καλύτερο δυνατό βαθμό, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Το σκεπτικό αυτό μας οδήγησε στην απόφαση να επιχειρήσουμε την ενημέρωση και ευαι-σθητοποίηση των γονέων σχετικά με τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών, απλοποιώντας, στο βαθμό που αυτό είναι δυνατό, τα παρακάτω επιμέρους θέματα.
- Τι είναι συμπεριφορά ;
- Πότε ένα παιδί έχει προβλήματα συμπεριφοράς ;
- Ποιες είναι οι συνέπειες των προβλημάτων συμπεριφοράς στην εξέλιξη των παιδιών ;
- Πώς δημιουργούνται τα προβλήματα συμπεριφοράς ; Υπάρχουν παράγοντες που τα προκα-
λούν ; Ποιοι είναι αυτοί ;
- Μπορούν οι γονείς να βοηθούν στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των προβλημάτων ;Τι
μπορούν και τι πρέπει να κάνουν ;

2. Τι είναι συμπεριφορά

Είναι δύσκολο να δοθεί ένας ορισμός της συμπεριφοράς κοινά αποδεκτός από όλους. Ο πολύς κό-σμος έχει ταυτίσει τον όρο συμπεριφορά με τον τρόπο που το παιδί συμπεριφέρεται στις κοι-νωνικές του σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους, μικρούς ή μεγάλους. Η έννοια αυτή είναι πολύ περιοριστική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Με μια γενικότερη επιστημονική θεώρηση, μπορούμε να πούμε ότι:
Συμπεριφορά είναι κάθε πράξη ή αντίδραση του παιδιού, η οποία μπορεί να παρατηρηθεί και να περιγραφεί, καθώς και ο τρόπος που αυτή εκδηλώνεται, με την οποία δηλώνονται ή υπονοούνται η στάση του και οι διαθέσεις του προς τον εαυτόν του ή και το περιβάλλον του.
Με την έννοια αυτή συμπεριφορά είναι ο τρόπος που μιλάει, ο τρόπος που τρώει, ο τρόπος που μελετά, ο τρόπος που μαθαίνει, ο τρόπος που αντιδρά στα διάφορα ερεθίσματα και τις επιδράσεις που δέχεται από τον περίγυρό του κτλ. Με τη συμπεριφορά του το παιδί εξωτερικεύει τα συναι-σθήματά του και δείχνει ή αφήνει να υπονοείται η στάση του και οι διαθέσεις του προς τον εαυτόν του και το περιβάλλον του, το φυσικό και το ανθρώπινο.
Είναι λοιπόν αναμενόμενο, ότι κάθε παιδί συμπεριφέρεται με το δικό του τρόπο που,πολλές φορές είναι ανάλογος με τα ατομικά του χαρακτηριστικά, αλλά και με τα ερεθίσματα και τις επιρροές που δέχεται από τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του -οικογένεια, σχολείο, κοινωνία.

3. Ομαλή / προβληματική συμπεριφορά

Αν συγκρίνομε τη συμπεριφορά του Γιάννη και της Μαρίας, θα παρατηρήσουμε τα εξής :
Η Μαρία, συμπεριφέρεται με τρόπο που δεν ενοχλεί ούτε τον εαυτό της ούτε τους άλλους. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί τη βοηθά να έχει καλές σχέσεις με όλους -συμμαθητές, οδηγούς, συνοδούς, δασκάλους, γονείς γείτονες κλπ, και να αισθάνεται η ίδια ευτυχισμένη. Η συμπεριφορά της Μαρίας είναι ομαλή.
Ο Γιάννης, με τον τρόπο που συμπεριφέρεται ενοχλεί τους συμμαθητές του, τους δασκάλους του και στενοχωρεί τους γονείς του. Η συμπεριφορά του Γιάννη ζημιώνει τον ίδιο και τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του και προκαλεί αρνητικά συναισθήματα στον ίδιο και στους άλλους -συμμαθητές, εκπαιδευτικούς, γονείς κλπ. Ο Γιάννης δεν μπορεί έτσι να έχει καλές σχέσεις με τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του, και ο ίδιος δεν μπορεί να αισθάνεται ευτυχισμένος. Η συμπε-ριφορά του Γιάννη είναι προβληματική.
Μια συμπεριφορά είναι προβληματική ή διαταραγμένη ή ανεπιθύμητη, όταν ενοχλεί το ίδιο το παιδί ή τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του και προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα στο ίδιο ή στα πρόσωπα του περιβάλλοντός του (Καλαντζή-Αzizi, 1985).
Αν ο τρόπος που αντιδρά το παιδί στα διάφορα ερεθίσματα είναι σύμφωνος με τους κανόνες αναφοράς της κοινωνίας στην οποία ζει, τότε η συμπεριφορά του είναι ομαλή ή αποδεκτή. Αν ο τρόπος που αντιδρά είναι αντίθετος με τους κανόνες ζωής και τα κοινωνικά αυτονόητα, τότε η συμπεριφορά είναι προβληματική.

4. Οι συνέπειες των προβλημάτων συμπεριφοράς

Οι αρνητικές συνέπειες των προβλημάτων συμπεριφοράς στην εξέλιξή των παιδιών είναι με-γάλες. Συχνά αποτελούν αιτίες αποτυχίας στην προσωπική, στην κοινωνική, στην εκπαιδευτική τους ζωής, καθώς και στην ακαδημαϊκή και την επαγγελματική τους σταδιοδρομία αργότερα. Σε ακραίες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί άτομα με προβλήματα συμπεριφοράς στην παιδική και την νεανική ηλικία, τα οποία παρασύρθηκαν στο περιθώριο, με όλες τις αρνητικές παρενέργειες. Έρευνες που έχουν γίνει στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ έδειξαν, ότι ένα μεγάλο ποσοστό ατόμων, φυλακισμένων για εγκληματικές ενέργειες, στην παιδική και την νεανική τους ηλικία ήταν άτομα με προβλήματα μάθησης και κοινωνικής συμπεριφοράς.
Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε παιδί με προβλήματα συμπεριφοράς θα καταλήξει στη φυλακή. Πολλά παιδιά, με ήπια προβλήματα, αν δεν καταπιεστούν και δεν δεχτούν βάναυση συμπεριφορά από το περιβάλλον τους, καταφέρνουν να υπερβούν τις δυσκολίες τους και να επιτύχουν μια ομαλή προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική αποκατάσταση. Όμως, τα παιδιά με έντονα προβλήματα συμπεριφοράς, όταν δεν αντιμετωπίζονται έγκαιρα και σωστά, υποφέρουν από άγχος και αγωνία, δημιουργούν κακή αυτοϊδέα, και αποτυγχάνουν στην προσωπική, τη σχολική και την κοινωνική τους ζωή.
Συχνά, τα παιδιά με έντονα προβλήματα συμπεριφοράς αντιμετωπίζουν ένα φαύλο κύκλο, που μπορεί να παρασταθεί ως εξής:

Προβλήματα συμπεριφοράς
Κριτική από το σχολείο και του γονείς
Ανησυχία - Αγωνία - Άγχος
Κακή αυτοϊδέα - αυτοεκτίμηση - αυτοσυναίσθημα
Ευερεθιστικότητα
Κακές σχέσεις με το περιβάλλον
Απογοήτευση - αποδιοργάνωση
Κακές σχολικές επιδόσεις - κακή διαγωγή
Περισσότερη κριτική από το σχολείο και τους γονείς
Περισσότερη ευερεθιστικότητα και ένταση στα
προβλήματα συμπεριφοράς
Χειρότερες επιδόσεις - και χειρότερη διαγωγή
Περισσότερη απογοήτευση και αποδιοργάνωση
Εγκατάλειψη του σχολείου

5. Συνηθισμένα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών και των νέων

Τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών και των νέων διαφοροποιούνται ανάλογα με τις επιδράσεις που δέχονται, την ηλικία τους, και τα ατομικά τους χαρακτηριστικά. Με μια γενική αναφορά μπορούμε να πούμε ότι τα πλέον συνηθισμένα προβλήματα είναι τα εξής :

α. Στην προσχολική ηλικία. Προβλήματα τα οποία έχουν σχέση με την τήρηση των κανόνων ζωής στο σπίτι και στο σχολείο. Π.χ. το παιδί των τριών - πέντε ετών, παρουσιάζει υπερκινητι-κότητα, βασανίζει τη μαμά για να φάει το φαγητό του, βρέχεται και λερώνεται ενώ έχει υπερβεί την ηλικία που συνήθως τα παιδιά σταματούν να εμφανίζουν τέτοια συμπτώματα, κάνει ζημιές στο σπίτι, έχει διάφορες φοβίες, αρνείται να επικοινωνεί με πρόσωπα που δεν ξέρει, είναι ασυνή-θιστα ερειστικό και τσακώνεται πολύ εύκολα με τα άλλα παιδιά, τα θέλει όλα δικά του και κάνει φασαρία όταν θέλει κάτι και δεν το παίρνει, δεν πειθαρχεί σε κανόνες και δεν εκτελεί οδηγίες που του δίδονται, κλπ.

β. Στη σχολική ηλικία, 6-12 ετών περίπου. Συνεχίζει να παρουσιάζει συμπεριφορές σαν αυτές της προσχολικής ηλικίας και επιπλέον: Αρνείται να πάει στο σχολείο, εξακολουθεί να είναι προς-κολλημένο στη μαμά, είναι πολύ φοβισμένο στην τάξη, στο διάλειμμα απομονώνεται και δεν παίζει με τα άλλα παιδιά, δεν τηρεί τους κανόνες της τάξης αλλά συμπεριφέρεται ανώριμα, αρπάζει τα πράγματα των άλλων παιδιών, βρίζει και δέρνει τα άλλα παιδιά, μιλάει άσχημα στους δασκάλους του, στους γονείς του και στους γείτονες, καταστρέφει πράγματα στο σχολείο και στο σπίτι, κάνει πολύ ανήσυχο ύπνο, ζηλεύει υπερβολικά τα μικρότερα αδέλφια του και τα βασανίζει, αρνείται να κάνει τις σχολικές του εργασίες στο σχολείο και στο σπίτι, αφαιρείται συχνά όταν εργάζεται στο σχολείο και στο σπίτι, χάνει συνέχεια τα πράγματά του, δεν έχει φίλους κλπ.

γ. Σε μεγαλύτερες ηλικίες, 12-18 ετών περίπου. Στις ηλικίες αυτές τα προβλήματα συμπε-ριφοράς διαφοροποιούνται εντελώς από τα προβλήματα μικρότερων ηλικιών. Αρχίζοντας από την μικρότερη προς τη μεγαλύτερη ηλικία, τα παιδιά μπορούν να εμφανίζουν τάση για απομόνωση, ανυπακοή, περισσότερο δυναμικές και αντιδραστικές συμπεριφορές στις παραινέσεις των γονέων, αυθάδεια, αμφισβήτηση και απόρριψη των γονέων και των δασκάλων τους, άρνηση για συνεργα-σία, ετσιθελισμό και οχαδερφισμό, καταπάτηση των κανόνων καλής συμπεριφοράς στο σχολείο και στο σπίτι, σκασιαρχείο, αδικαιολόγητη απουσία από το σπίτι για πολλές ώρες, παραμέληση των σχολικών τους υποχρεώσεων και μειωμένες επιδόσεις στα μαθήματα, απειθαρχία στο σχολείο και στο σπίτι, και σε ακραίες περιπτώσεις εγκατάλειψη του σχολείου και χρήση αλκοόλ ή ναρκω-τικών ουσιών.

ΠΡΟΣΟΧΗ !
Δεν θα πρέπει οι γονείς να ανησυχήσουν ή να πανικοβληθούν με όλα αυτά που αναφέρονται παραπάνω. Πολλά από αυτά (π.χ. η αμφισβήτηση των ενηλίκων) παρατηρούνται στα περισσό-τερα παιδιά στην περίοδο της εφηβείας, αλλά είναι παροδικά. Οι γονείς πρέπει να ξέρουμε ότι:
α. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, τα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς υπολογίζονται μόνο σε 4 - 5% του μαθητικού πληθυσμού.
β. Σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει, ότι ένα παιδί που παρουσιάζει κάποια ή κάποιες από τις παραπάνω συμπεριφορές είναι παιδί με προβλήματα. Για να πούμε ότι έχει πρόβλημα, πρέπει η συμπεριφορά που εκδηλώνει να έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά :
ό Μεγάλη συχνότητα (δηλαδή να εμφανίζεται πολύ συχνά και όχι σπάνια).
ό Μεγάλη ένταση.
ό Μεγάλη διάρκεια.
ό Η συμπεριφορά να ακολουθείται και από άλλα συμπτώματα (π.χ. σημαντική πτώση της σχολικής επίδοσης).
ό Να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί χωρίς τη βοήθεια ειδικών.
γ. Σήμερα η επιστήμη της παιδαγωγικής και της ψυχολογίας έχει τόσο πολύ προχωρήσει, και έχουν διαμορφωθεί κατάλληλες μέθοδοι και τεχνικές, ώστε όλα τα προβλήματα συμπεριφοράς να είναι αντιμετωπίσιμα. Όλα τα προβλήματα μπορούν να λύνονται αν γίνεται συστηματική προσέγ-γιση και μελέτη των προβλημάτων και χρήση κατάλληλων τεχνικών, που ταιριάζουν στα επιμέ-ρους προβλήματα και στο κάθε παιδί, με τη συνεργασία γονέων, εκπαιδευτικών και ειδικών συμ-βούλων.

Στο 2ο μέρος θα αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούνται τα προβλήματα της συμπεριφοράς, και τους παράγοντες, οι οποίοι τα προκαλούν.
Στο 3ο και τελευταίο μέρος θα παραθέσουμε μεθόδους, τρόπους και τεχνικές που μπορούν να χρησιμοποιούν οι γονείς, για να βοηθούν τα παιδιά τους να αλλάζουν ή να βελτιώνουν τις συμπεριφορές τους.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ. (Μέρος 2ο)

Του Κώστα Χρηστάκη

Ο Δημήτρης είναι ένα αγόρι 11 ετών, πολύ ατίθασο. Δεν πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου και της τάξης. Κάνει μόνο ό,τι ο ίδιος θεωρεί σωστό και παροτρύνει και τα άλλα παιδιά να κάνουν και αυτά το ίδιο. Οι σχολικές του επιδόσεις είναι μέτριες αν και φαίνεται να είναι πολύ έξυπνος. Οι δάσκαλοί του προσπαθούν να βοηθήσουν τον Δημήτρη να αλλάξει τη συμπεριφορά του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Όταν κλήθηκαν οι γονείς στο σχολείο για να συζητήσουν και να συνεργα-στούν, προκειμένου ο Δ. να βοηθηθεί να αλλάξει ή να βελτιώσει τη συμπεριφορά του, η μητέρα του ήταν αρνητική και παρατήρησε με αυτοπεποίθηση, ότι "δεν θέλει το παιδί της να πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου. Το θέλει 'νταή' και 'ατσίδα', γιατί μόνο έτσι θα επιβιώσει στην κοινω-νία που ζούμε".

Συχνά ενοχοποιούν οι γονείς το σχολείο ή το σχολείο τους γονείς για τις ανεπιθύμητες συμπε-ριφορές των παιδιών. Αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Είναι πολύ πιο περίπλοκα σ' ό,τι αφορά τους αιτιολογικούς παράγοντες και τον τρόπο που η συμπεριφορά εκδηλώνεται. Η συμπε-ριφορά των παιδιών είναι προϊόν των αλληλεπιδράσεών τους με το περιβάλλον, σε συνδυασμό με τα ατομικά τους χαρακτηριστικά. Διάφοροι παράγοντες παρεμβαίνουν και με συγκεκριμένες διερ-γασίες προκαλείται η Α ή Β συμπεριφορά. Αν οι γονείς ξέρουν ποιοι μπορεί να είναι οι παρά-γοντες αυτοί και ποιες είναι οι διεργασίες που συντελούνται, τότε έχουν περισσότερες πιθανότητες να απαντούν με επιτυχία τα ακόλουθα βασικά ερωτήματα:
- Γιατί το παιδί μου συμπεριφέρεται όπως συμπεριφέρεται ;
- Τι θα κάμω για να ελέγξω παράγοντες και διεργασίες και να αποτραπεί η αρνητική συμπεριφορά ;
Έχει παρατηρηθεί ότι όσο περισσότερα ξέρουν οι γονείς τόσο περισσότερο διατηρούν την ψυχραι-μία τους, σκέπτονται, αναζητούν και συχνά βρίσκουν γιατί τα παιδιά τους συμπεριφέρονται με τον Α ή Β τρόπο και ανακαλύπτουν τρόπους να ελέγχουν τους παράγοντες που προκαλούν τις αρνη-τικές συμπεριφορές τους. Τότε συνεργάζονται πρόθυμα και αποτελεσματικά με τους ειδικούς και όλοι μαζί μπορούν να εφαρμόζουν κατάλληλες μεθόδους και τεχνικές που οδηγούν στην αλλαγή ή την βελτίωση των ανεπιθύμητων συμπεριφορών των παιδιών.

1. Παράγοντες που συμβάλλουν στην πρόκληση ανεπιθύμητων συμπεριφορών.

Οι παράγοντες που συμβάλουν στην πρόκληση ανεπιθύμητων συμπεριφορών είναι πολλοί. Μερικοί από αυτούς είναι οι εξής:
α. Εσωτερικοί: Είναι οι παράγοντες που συνυπάρχουν και είναι σύμφυτοι με το παιδί. Τέτοιοι παράγοντες είναι: ιατρικοί, ψυχολογικοί, κληρονομική προδιάθεση, κλπ.
Πιο αναλυτικά, οι παράγοντες αυτοί περιγράφονται όπως παρακάτω: ιατρικοί (εγκεφαλικές βλάβες από ατυχήματα ή άλλες αιτίες, εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, βιοχημικές ανωμαλίες, διατα-ραχές της ανάπτυξης, νεανικός διαβήτης, υπο/υπερθυρεοειδισμός κλπ), διάφορα σύνδρομα, όπως είναι η υπερκινητικότητα το κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο της οικογένειας, όταν αυτό δεν επιτρέπει την ικανοποίηση στοιχειωδών αναγκών των παιδιών, ψυχολογικοί (μαθησιακές δυσκο-λίες και σχολική αποτυχία, κακή αυτοϊδέα και χαμηλό αυτοσυναίσθημα, ανικανοποίητες επιθυμίες και ανάγκες του παιδιού στην πρώιμη, δηλαδή στη νηπιακή, ηλικία κλπ), κληρονομική προδιάθεση
β. Εξωτερικοί: Οι παράγοντες αυτοί συνήθως εντοπίζονται στο οικογενειακό, στο σχολικό και στο κοινωνικό περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα:
- Οικογενειακό περιβάλλον. Παράγοντες που εντοπίζονται στο οικογενειακό περιβάλλον είναι κυ-ρίως:
Η αγωγή που δέχεται το παιδί από την οικογένεια. Ιδίως στις μικρές ηλικίες η αγωγή και τα πρότυπα των γονέων έχουν καθοριστική σημασία για τη συμπεριφορά των παιδιών. Απτό παρά-δειγμα η περίπτωση του Δημήτρη.
Η σχέση του παιδιού με τα πρόσωπα της οικογένειας και οι αλληλεπιδράσεις που δέχεται από αυτά. Τα παιδιά που βιώνουν ενδιαφέρον, στοργή, κατανόηση, φροντίδα, εμπιστοσύνη και ανα-γνώριση από την οικογένειά τους και ιδίως από τους γονείς, έχουν σοβαρές πιθανότητες να ανα-πτύξουν αισθήματα προσωπικής επάρκειας, ασφάλειας και αποδοχής. Όλα αυτά και άλλα που δεν είναι δυνατό να περιγραφούν εδώ, προκαλούν θετικά συναισθήματα και διευκολύνουν τη δημιουρ-γία καλής αυτοϊδέας και ομαλής ενδοπροσωπικής και διαπροσωπικής προσαρμογής.
Η οργάνωση, η δομή και η λειτουργία της οικογένειας. Όταν, για παράδειγμα, η οικογένεια εί-ναι οργανωμένη και λειτουργεί ομαλά, με αρχές και κανόνες που τηρούν όλοι, είναι πολύ πιθανόν ότι τα παιδιά θα λειτουργούν και αυτά ανάλογα. Και δυστυχώς η σημερινή οικογένεια με τα πολλά διαζύγια, την υπεραπασχόληση των γονέων και τη χαλάρωση της εσωτερικής συνοχής, δεν είναι ό,τι καλύτερο και δεν ευνοεί τη άσκηση θετικών αλληλεπιδράσεων.
Οι υψηλές προσδοκίες των γονέων. Όλοι οι γονείς επενδύουν στα παιδιά τους κάποιες προ-σδοκίες. Όταν αυτές είναι υψηλότερες από τις δυνατότητες των παιδιών και ιδίως όταν οι γονείς πιέζουν τα παιδιά τους για να ανταποκριθούν, τότε υπάρχει πιθανότητα να εκδηλώσουν ανεπι-θύμητη συμπεριφορά κυρίως σε σχέση με τη μελέτη και τις επιδόσεις τους.
- Το σχολικό περιβάλλον. Παράγοντες που εντοπίζονται στο σχολικό περιβάλλον είναι κυρίως:
Τα προγράμματα και οι στρατηγικές διδασκαλίας. Αυτά καταρτίζονται με μέτρο τις δυνατότητες και τις ανάγκες του μέσου μαθητή. Παιδιά με πολύ χαμηλές ή πολύ υψηλές ικανότητες, παιδιά με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, αν δεν αντιμετωπιστούν με κατανόηση και υποστήριξη από το σχολείο και τους γονείς, είναι πολύ πιθανόν ότι θα εκδηλώσουν ανεπιθύμητες συμπεριφορές.
Η στάση και η σχέση του εκπαιδευτικού με τους μαθητές του. Το θέμα αυτό έχει μελετηθεί τόσο πολύ, ώστε δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό παράγοντα. Όλοι έχομε εμπειρίες για εκπαιδευτικούς που θυμούμαστε με αγάπη και θαυμασμό και για άλλους που δεν μας ενθουσίαζαν όταν είμαστε μαθητές. Με την παρατήρηση αυτή δεν διαχωρίζουμε τους εκπαιδευτικούς σε "καλούς" και "κακούς". Ωστόσο, έχει σημασία το στυλ του εκπαιδευτικού και ο τρόπος που καθένας προσεγγίζει τα παιδιά και διαχειρίζεται τα προβλήματά τους. Μπορεί ένας εκπαιδευτικός να είναι άριστος, αλλά κάποιο παιδί ή κάποια παιδιά να χρειάζονται διαφορετική μεταχείριση από εκείνη που χρησιμοποιεί για όλα τα παιδιά. Γι' αυτό είναι σωστό, όταν οι γονείς αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά στη σχέση του παιδιού τους με τους δασκάλους του να το συζητούν μαζί τους με ειλικρίνεια και καλοπροαίρετα, ώστε να γίνονται οι αναγκαίες διορθώσεις.
- Το κοινωνικό περιβάλλον. Παράγοντες που εντοπίζονται στο κοινωνικό περιβάλλον και έχουν σχέση με τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών είναι οι εξής:
Η σύνθεση και η ποιότητα ζωής της κοινωνίας. Οι έρευνες δείχνουν, ότι σε περιοχές όπου ζουν άνθρωποι με χαμηλό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο ή με διαφορετικές εθνικότητες, θρησκείες, γλώσσες, συνήθειες, τρόπους ζωής κλπ, παρατηρείται αύξηση των προβλημάτων συμπεριφοράς. Το φαινόμενο αυτό υπήρχε πάντοτε, αλλά εντείνεται περισσότερο στις μέρες μας, λόγω της οικο-νομικής μετανάστευσης. Παρατηρείται δε περισσότερο στους ενήλικες και λιγότερο στα παιδιά, λόγω της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια στα σχολεία.
Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ) και κυρίως ο τρόπος που αυτά λειτουργούν. Ιδιαίτερα η τηλεόραση, με τη συστηματική χρήση της προπαγάνδας και της διαφήμισης, και με τα πρότυπα που προβάλλει, έχε εξελιχθεί σε επικίνδυνη αντίρροπη διδακτική δύναμη. Το θέμα της τηλεόρα-σης έχουμε διαπραγματευτεί με τον τίτλο "Η τηλεόραση και το παιδί" και σας έχει αποσταλεί.

Παρατήρηση.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εσωτερικοί παράγοντες επηρεάζουν έμμεσα το παιδί. Για παράδειγμα: α) η δίαιτα που επιβάλλεται σε ένα παχύσαρκο παιδί, από μόνη της δεν επαρκεί για να προκαλέσει προβληματική συμπεριφορά. Ωστόσο, του στερεί την ικανοποίηση της ανάγκης του να φάει ό,τι και όσο θέλει. Ο περιορισμός και η στέρηση, σε συνδυασμό με τον έλεγχο που ασκείται και τις παρατηρήσεις που δέχεται, ασκούν καταπίεση και δημιουργούν δυσάρεστα συναι-σθήματα, τα οποία οδηγούν σε ανεπιθύμητες συμπεριφορές. β) η κακή επίδοση του μαθητή στο
σχολείο τον κάνει να αισθάνεται μειονεκτικά, άσχημα. Αλλά αν γονείς και εκπαιδευτικοί δείξουν
στο παιδί κατανόηση, συγκαταβατικότητα και ανοχή, και προσπαθήσουν να το βοηθήσουν στα μαθήματα και να ενισχύσουν το αυτοσυναίσθημά του, είναι πολύ πιθανό ότι δεν θα εκδηλώσει ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Αντίθετα, αν ασκούν κριτική, με παρατηρήσεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, που μειώνουν το παιδί στα μάτια του και στα μάτια των άλλων, είναι πολύ πιθα-νόν ότι θα αναπτύξει κακή αυτοϊδέα, χαμηλό αυτοσυναίσθημα και αργά ή γρήγορα θα εκδηλώσει ανεπιθύμητες συμπεριφορές.

2. Πώς προκαλείται η συμπεριφορά

Ένα ερώτημα που απασχόλησε ανέκαθεν τους ειδικούς είναι το εξής:
- Πώς προκαλείται η συμπεριφορά στο παιδί ;
Η εκδήλωση μιας συμπεριφοράς δεν είναι κάτι απλό. Συντελείται μέσα από περίπλοκη διαδι-κασία, όπως φαίνεται στο παρακάτω σχήμα.

Πηγή: Καλαντζή-Azizi, (2002) Αυτογνωσία και αυτοδιαχείριση (με προσαρμογές), σελ. 30

Αναλύοντας το παραπάνω σχήμα είναι φανερό, ότι διάφοροι παράγοντες -βιολογικοί, περιβαλ-λοντικοί, ψυχολογικοί - οι οποίοι έχουν αναφερθεί παραπάνω, επιδρούν στο παιδί και προκαλούν μια σωματική, ψυχολογική ή άλλη εξωτερικευμένη αντίδραση, η οποία οδηγεί στην εκδήλωση μιας συμπεριφοράς. Με την έννοια αυτή θα μπορούσαμε να πούμε απλά ότι α) συμπεριφορά είναι η αντίδραση του παιδιού στα εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα που δέχεται και β) θετικά ερεθί-σματα προκαλούν θετικές συμπεριφορές, ενώ αρνητικά ερεθίσματα προκαλούν αρνητικές συμπε-ριφορές.
Κάθε συμπεριφορά αποτελεί νέο ερέθισμα και προκαλεί άλλες νέες συμπεριφορές. Με τον τρό-πο αυτό έχομε μια συνεχή ροή και ανακύκλωση της συμπεριφοράς. Αν η συμπεριφορά δεν είναι επιθυμητή, και το παιδί δεχτεί υποστήριξη, προσπαθεί να την αλλάξει ή να τη διορθώσει με έλε-γχο των αιτιολογικών παραγόντων. Αυτό σημαίνει η ένδειξη 'Διορθωτική ανάδραση'.. Η διαδικα-σία αυτή δεν είναι βέβαια τόσο απλή όσο φαίνεται. Από τη στιγμή που ένα ερέθισμα (Ε) φτάνει στο παιδί τίθενται σε ενέργεια διάφοροι μηχανισμοί και συγκεκριμένες λειτουργίες.
Συνεπώς, σημαντικό ρόλο για την δημιουργία της αρχικής συμπεριφοράς και των συμπεριφο-ρών που ακολουθούν παίζουν οι επιδράσεις που δέχεται το παιδί από το περιβάλλον του, καθώς και τα ατομικά του χαρακτηριστικά, δηλαδή ο τρόπος που επεξεργάζεται τα ερεθίσματα, τα συναι-σθήματά του και τα κίνητρα που έχει.

Στο επόμενο 3ο και τελευταίο μέρος θα δούμε πώς μπορούν το σχολείο και οι γονείς, με συστηματικές παρεμβάσεις, να επηρεάζουν θετικά όλη αυτή τη διαδικασία και να βοηθούν το παιδί να τροποποιεί ή να βελτιώνει τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές του.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ: ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ. (Μέρος 3ο)

Του Κώστα Χρηστάκη


1. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων

Η μέχρι τώρα ανάλυση του προβλήματος στο 1ο και στο 2ο μέρος περιλαμβάνει προαπαιτούμενη γνώση, δηλαδή γνώση που πρέπει να ξέρουν οι γονείς και το σχολείο, για να μπορούν να αντιμε-τωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος θα προσπα-θήσουμε να απαντήσουμε το ερώτημα "Τι μπορούν οι γονείς να κάνουν, για να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών τους ;".

Δύο είναι τα ερωτήματα που πρέπει να θέτουν οι γονείς, προκειμένου να επεξεργάζονται και να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών τους. Τα ερωτήματα αυτά είναι:

- Τι φταίει και συμπεριφέρεται το παιδί όπως συμπεριφέρεται ;

Το ερώτημα αυτό βοηθάει να αναζητηθούν και να εντοπιστούν οι αιτιολογικοί παράγοντες που οδηγούν στην εκδήλωση μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς του παιδιού.
Ας θυμηθούμε την περίπτωση του Δημήτρη που αναφέρεται στο προηγούμενο μέρος. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι αν ρωτήσουμε κάποιο να μας πει τι φταίει που ο Δημήτρης είναι ατίθασος, δεν πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου και της τάξης και κάνει μόνο ό,τι εκείνος θεωρεί σωστό, θα μας πει ότι φταίει η μητέρα του, η οποία "δεν θέλει το παιδί της να πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου, αλλά το θέλει 'νταή' και ' ατσίδα', γιατί μόνο έτσι θα επιβιώσει στην ανταγωνιστική κοι-νωνία που ζούμε".
Η απάντηση αυτή μπορεί να είναι εν μέρει σωστή, αφού ξέρομε ότι η αγωγή που δέχεται το παιδί από την οικογένεια επηρεάζει τη συμπεριφορά του και συμβάλλει στην εκδήλωση ανεπιθύμητων συμπεριφορών. Ωστόσο, η ανάλυση, η ερμηνεία και η αιτιολόγηση μιας συμπεριφοράς δεν είναι τόσο απλή όσο μερικές φορές φαίνεται. Συνήθως η αιτιολογία περιλαμβάνει ένα σύνολο παραγόντων, οι οποίοι λειτουργώντας συνδυαστικά προκαλούν τη συμπεριφορά.
Είναι πιθανό, εκτός από την αγωγή που στην προκειμένη περίπτωση ασκεί η μητέρα, να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως είναι, για παράδειγμα, κληρονομικοί παράγοντες, ψυχολογικοί παρά-γοντες κλπ. Μπορεί ακόμη κάποιοι παράγοντες που θα εντοπίσουμε να είναι περισσότερο σημα-ντικοί από άλλους. Αλλά κανένας δεν μπορεί να αγνοηθεί. Κάθε παράγοντας παίζει το ρόλο του και πρέπει να καταγράφεται και να αντιμετωπίζεται κατάλληλα.
Για τον εντοπισμό των αιτιολογικών παραγόντων χρειάζεται κατ' αρχήν: η λογική των γονέων και η συνεργασία των γονέων και των εκπαιδευτικών. Σε μερικές περιπτώσεις χρειάζεται και η συμμε-τοχή ειδικών.
Η αναζήτηση και ο εντοπισμός των αιτιολογικών παραγόντων είναι απαραίτητος, γιατί έτσι οι γο-νείς μπορούν αφενός να κατανοούν καλύτερα το παιδί και τη συμπεριφορά του και να αποφεύγουν αδέξιες επεμβάσεις και αφετέρου ελέγχοντας τους παράγοντες αυτούς να αντιμετωπίζουν καλύτε-ρα τα προβλήματά του. Αφού εντοπιστούν και μελετηθούν οι αιτιολογικοί παράγοντες, ακολουθεί το επόμενο ερώτημα:

- Τι θα κάμομε για να βοηθήσομε το παιδί να βελτιώσει και σταδιακά να αλλάξει την αρνητική συμπεριφορά του;

Έτσι αρχίζει να σχεδιάζεται και να καταστρώνεται ένα πλαίσιο διορθωτικής παρέμβασης που περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α. Έλεγχος των αρνητικών παραγόντων. Στην περίπτωση π.χ. του Δημήτρη, η μητέρα του πρέπει να καταλάβει και να δεχτεί, ότι η αγωγή που ασκεί στο παιδί δεν είναι η σωστή και πρέπει να την αλλάξει. Πρέπει να καταλάβει, ότι ολόκληρη η ζωή του Δημήτρη, τόσο η σχολική όσο και η ενή-λικη ζωή του αργότερα, θα διέπεται από κανονισμούς και κανόνες, από νόμους και διατάγματα. Αυτούς τους κανόνες και τους νόμους είναι ανάγκη ως μαθητής και αργότερα ως ενήλικας, να γνωρίζει και σιγά σιγά να μάθει να σέβεται και να τηρεί.

β. Έλεγχος των συνθηκών κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται η αρνητική συμπεριφορά. Καμιά συμπεριφορά δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Κάθε συμπεριφορά εκδηλώνεται κάτω από ορισμένες και συγκεκριμένες συνθήκες. Μπορεί για παράδειγμα, κατά τον έλεγχο των συνθηκών να βρεθεί, ότι ο Δημήτρης είναι ατίθασος και εκδηλώνει επιθετική συμπεριφορά, όταν το βράδυ έχει δει στην τηλεόραση έργα με σκηνές βίας, ή όταν το βράδυ ή το πρωί έχουν καυγαδίσει οι γονείς του, ή όταν η μητέρα του τον έχει πιέσει πολύ για να κάμει τις σχολικές του εργασίες στο σπίτι (π.χ. να μάθει καλά την ιστορία με την οποία δεν τα πηγαίνει και πολύ καλά) και το πρωί που του ζήτησε να της την πει δεν την θυμόταν και γι' αυτό του έκαμε παρατηρήσεις που τον προσβάλουν και τον μειώνουν. Για άλλο παιδί που είναι έφηβος, οι αντιδράσεις του ίσως είναι συνέπεια της εφηβείας, η οποία ούτως ή άλλως προκαλεί απρόβλεπτες αναταράξεις στην ψυχοβιολογική κατάστασή του.

γ. Έλεγχος των συνεπειών που προκύπτουν από την αρνητική συμπεριφορά. Καμιά συμπε-ριφορά δεν περνά εντελώς απαρατήρητη. Συνήθως υπάρχουν κάποιες συνέπειες. Ο Δημήτρης, για παράδειγμα, δέχεται συστάσεις και παρατηρήσεις από τους δασκάλους του, ή τον στέλνουν στον διευθυντή, ή μερικοί συμμαθητές του τον απωθούν, γιατί με τη συμπεριφορά του γίνεται ενοχλη-τικός, ή ενημερώνονται οι γονείς του και του κάνουν παρατηρήσεις ή του επιβάλλουν διάφορες ποινές κλπ.
Έτσι μπορεί να γίνει ένας κατάλογος με τους αιτιολογικούς παράγοντες, τις συνθήκες και τις συνέ-πειες. Είναι καλό να γράφονται όλα αυτά σε ένα χαρτί. Αυτό δεν πρέπει να θεωρείται περιττό ή γραφειοκρατία. Βοηθάει τους γονείς να βάλουν όλα σε τάξη, να τα μελετήσουν καλύτερα και να αντιμετωπίσουν καλύτερα τα προβλήματα των παιδιών τους. Αυτό σημαίνει συστηματική μελέτη και αντιμετώπιση των προβλημάτων.

δ. Έλεγχος της δικής τους στάσης και συμπεριφοράς. Οι γονείς, πολλές φορές, επηρεασμένοι από τα δικά τους πρότυπα και τις δικές τους αντιλήψεις, συμπεριφέρονται με λάθος τρόπο στα παιδιά ή τουλάχιστον δεν συμπεριφέρονται με τον τρόπο που ταιριάζει σε κάθε παιδί. Πολλοί γονείς ξέρουν, ότι ακόμη και μεταξύ των παιδιών τους, συχνά το κάθε ένα θέλει διαφορετική μεταχείριση από τα άλλα. Οι γονείς και τα άλλα πρόσωπα που παρεμβαίνουν στο παιδί -γιαγιάδες, θείες κλπ -, πρέπει πριν ελέγξουν τη συμπεριφορά του παιδιού να ελέγχουν τη δική τους συμπε-ριφορά. Δεν είναι κακό πότε πότε να ρωτούμε το παιδί μας 'τι από ό,τι κάνω για σένα, κατά τη γνώμη σου, δεν είναι σωστό και θα ήθελες να αλλάξει;'. Έχει παρατηρηθεί ότι γονείς που κάνουν αυτό βελτιώνουν τους εαυτούς τους και τη σχέση τους με τα παιδιά τους.
Αφού επισημανθούν και καταγραφούν όλα αυτά, κατά προτίμηση σε συνεργασία με το σχολείο ή κάποιον ειδικό, ο γονέας σκέπτεται και αποφασίζει τι - παράγοντες, συνθήκες, συνέπειες, άλλη-λεπιδράσεις κτλ - μπορεί να αλλάξει ή να βελτιώσει, και κάνει τις απαραίτητες τροποποιήσεις.

ε. Συζήτηση με το παιδί. Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει συνεργασία με το παιδί. Γονέας και παι-δί συζητούν το πρόβλημα προσεκτικά, διακριτικά, με σεβασμό στην προσωπικότητα του παιδιού, με ειλικρίνεια με σοβαρότητα και χωρίς προκατάληψη. Στόχος είναι να καταλάβει το παιδί ότι α) η συμπεριφορά του είναι ένα πρόβλημα που αφορά κυρίως το ίδιο το παιδί και πρέπει να λυθεί. β) η συμπεριφορά αυτή δεν είναι κάτι σπουδαίο, που το βοηθά να προβάλλεται και να εκτιμάται από τους συμμαθητές του και άλλα πρόσωπα. Αντίθετα, το ζημιώνει και το μειώνει στα μάτια των άλλων. Γίνεται δε προσπάθεια να αποκαλύψουν και να επισημάνουν μαζί τις αρνητικές συνέπειες που η συμπεριφορά αυτή προκαλεί. γ) η συμπεριφορά είναι δική του και μόνο το ίδιο το παιδί μπορεί και πρέπει να την αλλάξει. Ο γονέας και οι δάσκαλοί του είναι πρόθυμοι και μπορούν να το βοηθήσουν να πάει καλύτερα.

στ. Καθορισμός στόχου. Αφού συζητηθεί το πρόβλημα, καθορίζεται ο στόχος που πρέπει να επι-τευχθεί. Το παιδί πρέπει από την αρχή να ξέρει τι πρέπει να επιδιώξει και να πετύχει.

ζ. Συνεννόηση και συμφωνίες (ή συμβόλαια). Για ό,τι κάνουμε ή δεν κάνουμε, μικροί και μεγά-λοι, προσδοκούμε κάτι. Το παιδί, για παράδειγμα λέει στη μαμά ότι τέλειωσε τις σχολικές του ερ-γασίες για να του πει "μπράβο", ή για να πάρει γλυκό κλπ, ανάλογα με την ηλικία. Για ό,τι κάνει ή δεν κάνει υπάρχουν κίνητρα, τα οποία το προτρέπουν ή το αποτρέπουν, ανάλογα. Όταν οι γονείς συζητούν με τα παιδιά τους, αν θέλουν να αυξήσουν τις πιθανότητες να εκδηλώνουν επιθυμητές συμπεριφορές, είναι καλό να δημιουργούν κίνητρα στο παιδί, χρησιμοποιώντας τους λεγόμενους ενισχυτές. Ενισχυτές είναι οι αμοιβές, οι οποίες, ανάλογα με την ηλικία, μπορεί να είναι ένα μπράβο, ένα χαμόγελο ένα χάδι κλπ (κοινωνικές αμοιβές), ένα γλυκό για πολύ μικρές ηλικίες (υλι-κές αμοιβές), περισσότερο χρόνο ποδήλατο ή τηλεόραση ή παιγνίδι στον Η/Υ κλπ (προνόμια). Τι από όλα αυτά θα χρησιμοποιήσει ο γονέας, καθορίζεται και αποφασίζεται ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα του παιδιού. Σε κάθε περίπτωση προτιμούνται οι κοινωνικές αμοιβές, ενώ στα-διακά, γύρω στα δεκαπέντε του, πρέπει το παιδί να φτάσει σε τέτοιο επίπεδο αυτοελέγχου, ώστε να κάνει ή να μην κάνει κάτι γιατί είναι υποχρέωσή του και να αρκείται στην ικανοποίηση που αισθάνεται, όταν κάνει κάτι καλό ή αποφεύγει κάτι κακό, χωρίς να έχει ανάγκη από εξωτερική ενίσχυση δηλαδή από χειροπιαστές αμοιβές.
Οι έρευνες έχουν δείξει, ότι οι συμπεριφορές που συνοδεύονται από εκδηλώσεις σαν αυτές που αναφέρονται παραπάνω, δηλαδή που αμείβονται, τείνουν να επαναλαμβάνονται, ενώ οι συμπερι-φορές που αγνοούνται τείνουν να ξεχνιούνται.
Είναι σωστό, λοιπόν, όταν ο γονέας συζητήσει με το παιδί του και αφού συμφωνήσουν σε ένα συγκεκριμένο στόχο, π.χ. 'να συμπεριφέρεται με ευγένεια στα άλλα παιδιά και στο προσωπικό του σχολείου' ή 'να εκτελεί τις σχολικές του εργασίες' κλπ, με τρόπο να συναποφασίσουν και για μια αμοιβή, που το παιδί θα ξέρει από την αρχή ότι θα πάρει αν πετύχει τον στόχο που βάζουν. Χρει-άζεται όμως πολλή προσοχή. Η αμοιβή δεν πρέπει να είναι για το παιδί απαραίτητος όρος και πολύ περισσότερο δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Ένας καλός τρόπος είναι, ο γονέας, αφού συζητηθούν και συμφωνηθούν όλα, να πει στο παιδί: "Ωραία, επειδή βλέπω ότι είσαι διατεθειμέ-νος/νη να προσπαθήσεις να βελτιώσεις τον εαυτό σου, θέλω κι εγώ να κάμω κάτι για σένα. Αν πετύχεις τον στόχο που βάλαμε θέλω να σου δώσω μια αμοιβή. Πες μου, λοιπόν, τι θα ήθελες; ". Έτσι το παιδί, αφενός έχει ένα κίνητρο για να προσπαθήσει περισσότερο και αφετέρου ενισχύο-ντας στο τέλος την επιτυχία του ενισχύεται η επιθυμητή συμπεριφορά, η οποία με τον τρόπο αυτό μπορεί σιγά σιγά να παγιωθεί, και να ξεχαστεί η προηγούμενη ανεπιθύμητη συμπεριφορά που θέλομε το παιδί να αλλάξει.

2. Τελικά συμπεράσματα

Μερικά συμπεράσματα στα οποία μπορούμε να καταλήξουμε και πρέπει να θυμούνται οι γονείς είναι τα ακόλουθα:
Δεν υπάρχουν "κακά" παιδιά. Υπάρχουν μόνο παιδιά με δυσκολίες και προβλήματα, που χρει-άζονται τη βοήθειά μας.
Δεν φταίνε τα παιδιά για τα προβλήματά τους. Αυτά είναι αποτέλεσμα των αλληλεπιδράσεων με το περιβάλλον σε συνδυασμό και με τα ατομικά τους χαρακτηριστικά, για τα οποία, επίσης, δεν φταίνε.
Τα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς έχουν αγωνία και άγχος. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να τους προσθέτουμε και άλλο με παρατηρήσεις, κριτική και τιμωρίες. Μάλλον κατανόηση και βοήθεια χρειάζονται.
Η βία προκαλεί βία. Αλλά και όταν αυτή δεν μεγαλώσει την ένταση, μόνο παροδική ύφεση ή προσωρινή καταστολή μπορεί να επιτύχει. Το πρόβλημα θα εξακολουθήσει να υπάρχει.
Για να βελτιώσει και να αλλάξει το παιδί τη συμπεριφορά του είναι ανάγκη:
Να καταλάβει ότι αυτό που κάνει δεν είναι ούτε σωστό, ούτε τίποτε σπουδαίο.
Να ελεγχθούν και να αλλάξουν, αν χρειάζεται, κάποια πράγματα (αιτιολογικοί παράγοντες, συνθήκες, στάσεις, συνέπειες κλπ), που επισημαίνονται σε σχέση με τη συμπεριφορά του παιδιού.
Μερικές φορές πρέπει οι γονείς, ιδιαίτερα για παιδιά μεγάλης ηλικίας, να κάνουν το πρώτο βήμα, αλλάζοντας ή βελτιώνοντας απλώς τη δική τους στάση απέναντι στο παιδί, έστω και αν δεν φαίνεται να υπάρχουν σημαντικά αρνητικά στοιχεία.
Κάθε παιδί είναι μια ατομική περίπτωση και χρειάζεται το δικό του τρόπο μεταχείρισης. Οι χειρισμοί που γίνονται εξαρτώνται κυρίως από την ηλικία, τη ωριμότητα και τις δυνατό-τητες των παιδιών.

Και κάτι ακόμη:
- Συζητάτε με τα παιδιά σας. Και δεν εννοούμε, βέβαια, εσείς να μιλάτε και τα παιδιά απλώς να ακούνε ή ακόμη χειρότερα να κάνετε το λεγόμενο "κήρυγμα". Αυτό δεν το θέλουν, τα ενοχλεί πολύ και πρέπει να το αποφεύγετε.
- Συζητάτε ό,τι τα αφορά με διακριτικότητα, με ειλικρίνεια και με σεβασμό στην προσωπικότη-τά τους.
- Μάθετε να ακούτε τα παιδιά σας, όταν θέλουν κάτι να σας πουν. Πολλές φορές θα διαπιστώ-σετε, ότι έχουν να σας πουν πολύ σοβαρά πράγματα.
- Αναπτύξετε και διατηρήσετε καλή σχέση, σχέση ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης, με τα παιδιά σας. Μέσα από τη σχέση αυτή πολλά πράγματα προλαβαίνονται ή διορθώνονται καλύτερα.
- Δείξτε τους, με τον τρόπο σας, ότι τα εμπιστεύεστε.
- Κάμετε τα παιδιά σας να αισθάνονται ευχάριστα, άνετα και ασφαλή μαζί σας.
- Επιβραβεύετε κάθε επιτυχία τους και καλή τους συμπεριφορά. Έτσι ενισχύονται προς τη σω-στή κατεύθυνση. Ό,τι συνδέεται με ευχάριστα συναισθήματα τείνει να επαναλαμβάνεται.
- Αγνοείτε τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές των παιδιών σας, όταν αυτό είναι εφικτό και δεν εγκυμονεί κινδύνους.
- Μην επεμβαίνετε βιαστικά με διορθωτικές κινήσεις και παρατηρήσεις, όταν είστε θυμωμένοι ή τα παιδιά είναι ταραγμένα. Περιμένετε να βρείτε την "καλή στιγμή", για να συζητήσετε μαζί τους κάτι που δεν είναι ευχάριστο. Η αποτελεσματική επικοινωνία προϋποθέτει ηρεμία. Διαφορετικά μπορεί να γίνουν λάθη, να σημειωθούν υπερβολές και να περιπλακούν περισσότερο τα προβλή-ματα.
- Να είστε αισιόδοξοι και να πιστεύετε σε ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά σας. Αυτό να προ-σπαθείτε να το μεταδίδετε και στα παιδιά σας. Οι θετικές προσδοκίες προκαλούν θετικά συναι-σθήματα. Τα θετικά συναισθήματα δημιουργούν θετική ενέργεια. Όταν έχουμε θετική ενέργεια κι εμείς και τα παιδιά μας μπορούμε να αντιμετωπίζουμε πιο εύκολα, πιο σωστά και πιο αποτε-λεσματικά τα προβλήματα που υπάρχουν.

Τέλος, πρέπει να πούμε ότι:
α. Όλα όσα έχουν αναφερθεί δεν είναι πανάκεια. Η ανθρώπινη συμπεριφορά συνήθως είναι πολύ περίπλοκη τόσο σ' ό,τι αφορά την αιτιολογία και την ερμηνεία της όσο και σ' ό,τι αφορά την αντιμετώπισή της.
β. Όλα όσα αναφέραμε μέχρι τώρα, είναι γνώσεις χρήσιμες που πρέπει να ξέρουν οι γονείς, για να μπορούν να στέκονται σωστά απέναντι στα παιδιά και στα προβλήματά τους. Ίσως έτσι οι γονείς μπορούν να προλαβαίνουν τη σύγχυση ή τον πανικό που, πολλές φορές, μπορεί να βρε-θούν, λόγω άγνοιας.
γ. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν σημαίνει, ότι αν ένα γονέας εφαρμόσει όλα αυτά ασφαλώς θα λυθούν αυτόματα τα προβλήματα του παιδιού του. Υπάρχουν προβλήματα, τα οποία είτε γιατί έχουν χρονίσει, είτε γιατί από τη φύση τους είναι πολύ δύσκολα, υπερβαίνουν τις δυνατότητες του γονέα. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να συμβουλεύεται τους ειδικούς.
δ. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και όταν παρεμβαίνουν ειδικοί, ο ρόλος των γονέων είναι σημαντι-κός και αναντικατάστατος.
ε. Η πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι μόλις οι γονείς αντιλαμβά-νονται ή υποψιάζονται απλώς, ότι κάτι δεν πάει καλά με το παιδί τους, καλό είναι να συμβου-λεύονται κατ' αρχήν τους εκπαιδευτικούς τους και μετά, αν χρειαστεί, ένα ειδικό, προκειμένου να προλάβουν την εκδήλωση ανεπιθύμητων συμπεριφορών.
στ. Δεν υπάρχουν άλυτα προβλήματα. Πάντα υπάρχουν λύσεις, αρκεί οι γονείς να παρακολουθούν διακριτικά τα παιδιά τους, να συνεργάζονται με το σχολείο με προθυμία, με εμπιστοσύνη και με συνέπεια και να μην διστάζουν να απευθύνονται στους ειδικούς, μετά από συνεννόηση με το σχολείο.